Σάββατο 28 Ιανουαρίου 2012

Μάριου Μαρκίδη / ...συνέχεια


3. Το καθεστώς της ψυχανάλυσης στον Μ. Μαρκίδη

Οι διατυπώσεις του για τη σχέση ψυχανάλυσης και ποίησης διακρίνονται για την κατηγορηματικότητα και την ενάργεια τους: «θεωρώ τις δύο αυτές πρακτικές συγγενείς εξ αίματος» [26]. Θεωρεί επίσης ότι αυτή η εξ αίματος συγγένεια καταφάσκεται σε όλο το σημασιακό φάσμα του όρου ποίηση. Όχι μόνο μεταφορικά αλλά και κυριολεκτικά, όπως επεσήμανα, χωρίς να εκβιάσω μια αμφίβολη ερμηνεία αφού διακηρύσσει ο ίδιος με παρρησία το προσωπικό πιστεύω του: «πιστεύω στην ποιητική αξία της ψυχαναλυτικής πρακτικής (με την αρχαιοελληνική έννοια του ποιείν)» [27].

Δεν περιορίζεται όμως σ’ αυτή την θεώρηση, που παραπέμπει στην ποιητική επιτελεστικότητα του λόγου. Αναδεικνύει τον δομικό ισομορφισμό και το αυτοφυές ήθος εκάστης πρακτικής. Στο ποιητικό ήθος της γλώσσας αντιστοιχεί το ποιητικό ήθος της ψυχαναλυτικής ερμηνευτικής του υποκειμένου. Το ήθος της ψυχανάλυσης είναι ποιητικό γιατί το ασυνείδητο είναι ποιητικά συγκροτημένο. Και είναι ποιητικά συγκροτημένο γιατί «είναι οργανωμένο σαν γλώσσα» [28] υπογραμμίζει ο Μ. Μαρκίδης. «Διέπεται συνεπώς από τα «σχήματα λόγου» (την παρομοίωση, την συνεκδοχή, τη μεταφορά, τη μετωνυμία)- «σκέπτεται (es denkt) μέσα στο σύμπτωμα» [29]. Το ασυνείδητο δεν είναι το άμορφο, το χαοτικό, το ασήμαντο, το παράλογο, η επικράτεια του ανορθολογικού, η σκηνή του φαντασιακού, το ζωώδες ενστικτικό υπόστρωμα. Το ασυνείδητο, επισημαίνει αλλού παραθέτοντας τον Λακάν, «δεν είναι ούτε το πρωτόγονο ούτε το ενστικτώδες» [30]. Ανήκει στην επικράτεια του Λόγου και είναι δομημένο σαν μια γλώσσα. Πρόκειται γι’ αυτό που ο Λακάν αποκάλεσε «ρητορική του ασυνειδήτου», συνοψίζοντας σ’ αυτή την έκφραση της ιδρυτικές επεξεργασίες του Φρόυντ. Ο Μ. Μαρκίδης υπενθυμίζει με έμφαση την καινοτομία τους: «Αυτό που είναι καινούργιο στη θεωρία μου, τονίζει ο Φρόυντ, είναι ότι η μνήμη καταγράφεται σε είδη σημείων. Το Ασυνείδητο επομένως [...] συνυφαίνεται με τους συντακτικούς κανόνες του γλωσσικού σημείου - μια ροή κατά μήκος των σημείων απ’ την οποία αναβλύζει ένα μήνυμα. Είναι μ’ άλλα λόγια σαν πρόταση δομημένο... Προμηθεύει τον σώφρονα συνειδητό λόγο με μιαν ειρωνεία και μια ποιητική. [...] τα συμπτώματα έχουν την αρχιτεκτονική του λόγου που τα κάνει κατανοήσιμα και αναλύσιμα..» [31].

Σ΄αυτές τις φράσεις συνοψίζεται με σαφήνεια η θεμελίωση της πρωτότυπης ρητορικής του ασυνειδήτου σ΄ ένα είδος δευτερογενούς αλλά αυτόνομης συμβολικής μνήμης η οποία στοιχειοθετείται με γλωσσικά σημεία συναρθρωμένα σε λόγο, σε «μήνυμα», όπως μας την αποκάλυψε το ιστορικό και πολυσχολιασμένο σεμινάριο του Ζ. Λακάν για «Το Κλεμμένο γράμμα» [32]. Τα στοιχεία που απαρτίζουν τη δομή του έχουν, κυριολεκτικά και μεταφορικά, σημαίνουσα βαρύτητα για το υποκείμενο: αποτελούν φορείς άδηλης σημασίας, αποκρυσταλλωμένης ή δυνητικής, και το καθορίζουν. Μπορούν επομένως να ανασυνταχθούν, να εισαχθούν σε μια νέα συμβολική οικονομία και να επανασημασιοδοτηθούν χάρη στην ερμηνευτική αναψηλάφησή τους. Πρόκειται για μια διαδικασία διόλου υποθετική και αφηρημένη, όπως αποδεικνύεται στην ψυχανάλυση η οποία «ενδιαφέρεται για το υποκείμενο που έχει σημασία, που εκτίθεται σε ψυχοπαθολογικούς σχηματισμούς τόσο αινιγματικούς όσο και κάτοχους νοήματος» [33]. Ο Μ. Μαρκίδης μας προφέρει ένα έξοχο και διδακτικό παράδειγμα του τρόπου με τον οποίο επιτυγχάνεται «ο αναπροσανατολισμός της ιστορίας του υποκειμένου» [34] μέσα από την σημαίνουσα στίξη του κειμένου της, εκεί όπου διακυβεύεται η αινιγματική σημασία του συμπτώματος. Το παραθέτω αυτούσιο γιατί επιτρέπει σε κάθε δύσπιστο Θωμά της θεραπευτικής διαδικασίας να βάλει το δάχτυλο επί τον τύπο των ερμηνευτικών ήλων. «Στη ζωή χρειάζεται να είσαι καπετάνιος! Έτσι μου έμαθε εμένα ο μακαρίτης ο πατέρας μου», παρατηρεί με πίκρα ένας άρρωστος, που τα σύγχρονα διαγνωστικά συστήματα θα μας υπαγόρευαν να τον διαγνώσουμε σαν δυσθυμικό, ενώ θα του ταίριαζε ίσως καλύτερα εκείνη η παλαιότερη ευρωπαϊκή ετικέτα νεύρωση αποτυχίας (névrose d’ échec). – Είτε καπετάνιος, λοιπόν, είτε λουστρόμος». «Λοστρόμους», τους λένε, δεν πάει να πει ότι είσαι λούστρος επειδή δεν έγινες πλοίαρχος, Έκαστος εφ’ ω ετάχθη...». Η εγγύηση εμβέλειας της ερμηνευτικής παρέμβασης δεν είναι εδώ μόνο η αλλαγή του συναισθηματικού κλίματος μέσα στην συνεδρία. Είναι κυρίως ο ορίζοντας συμβολικής αυτογνωσίας που διανοίγει η γλωσσική πρόκληση δρώντας με την ακουστική εικόνα στην τάξη της σημασίας» [35].

Το παράδειγμα είναι εξόχως διδακτικό. Αποποιούμενος την διαγνωστική αερολογία περί δυσθυμίας που αντιστοιχεί στο βαθμό μηδέν της κλινικής σκέψης, ο Μ. Μαρκίδης ακριβολογεί προσφεύγοντας σε μια δόκιμη και δοκιμασμένη νοσολογική κατηγορία της κλασσικής ψυχιατρικής και ψυχανάλυσης. Αντί να γενικολογεί, οριοθετεί με ακρίβεια το νευρωτικό προφίλ του υποκειμένου και αναδεικνύει τα σημαίνοντα που υπεισέρχονται διαπλαστικά στην συγκρότηση του συμπτώματος που το προσανατολίζει στην ύπαρξη του μονότροπα σαν μια μοιραία πυξίδα με βάση τον μαγνητικό βορρά της αποτυχίας. Αποσπά το σύμπτωμα από την γενικολογία και το εντάσσει στις διυποκειμενικές συντεταγμένες της ιστορίας του υποκειμένου. Αδυνατώντας να αρθεί στο ύψος του πατρικού ιδεώδους, το υποκείμενο «γονατίζει» υπό το βάρος τον ενοχών, ονοματοδοτώντας το είναι του με ένα ταπεινωτικό όρο, στο όριο της ύβρεως, ενθεματισμένο ως κρυπτωνυμία στο σημαίνον της επαγγελματικής του ιδιότητας. Η εύστοχη ερμηνευτική παρέμβαση στο επίπεδο της σημαίνουσας άρθρωσης του συμπτώματος αναστιλβώνει θα έλεγα αυτή την «ταπεινωμένη» και κατά κυριολεξία χαμερπή επαγγελματική ιδιότητα και της αποδίδει το λούστρο και την αίγλη που δικαιούται κάθε εργασία, ακόμη και η πιο «ταπεινή». Η ακριβοδίκαιη ερμηνευτική στίξη καθιστά δυνατό τον «επαναπροσανατολισμό της ιστορίας του υποκειμένου» Αποδεικνύει επίσης με ενάργεια ότι η συναισθηματική διάθεση του υποκειμένου δεν θα μπορούσε σε καμιά περίπτωση να εγείρει αξιώσεις αυθυπαρξίας και να υπαγάγει τις διακυμάνσεις της στον εσωτερικό μεταβολισμό της. Αντίθετα, καθορίζεται «παρασκηνιακά» από το ειδικό βάρος των σημαινόντων που κωδικοποιούν και τείνουν να διαιωνίσουν στο επίπεδο του ασυνειδήτου κομβικά τραύματα και δράματα, παιγμένα πάνω στην σκηνή της διυποκειμενικότητας.

Μπορεί το υποκείμενο στο επίπεδο του Εγώ και της συνείδησης του να νοιώθει θλίψη, οργή, πανικό, «βρασμό ψυχής» και όλη την γκάμα των παθών που με τόση ευαισθησία και ακρίβεια οι αρχαίοι έλληνες στοχαστές, ενιαία και αδιαίρετα φιλόσοφοι-ψυχολόγοι, είχαν οριοθετήσει, όμως τα ανθρώπινα πάθη και οι θυμικές καταστάσεις προκαλούνται από τον λόγο του Άλλου. Αποτελούν συγκινήσεις από δράματα που παίζοντας στην Άλλη σκηνή όπως την ονόμαζε ο Φρόυντ. Και «στο Ασυνείδητο δεν υπάρχει affect» [36], επισημαίνει ο Μ. Μαρκίδης, υπογραμμίζοντας την διάκριση ανάμεσα στο Εγώ και στο υποκείμενο. Σ΄ αυτό το σημείο καλούμαστε να αποτίσουμε φόρο τιμής στον Μ.Μαρκίδη που συνέβαλε καθοριστικά στην ένταξη αυτής της θεμελιώδους διάκρισης στον κλινικό στοχασμό εν Ελλάδι, αντιπαραθέτοντας στην φαντασιακή, ναρκισσιστική και θυμική σύσταση του Εγώ την συμβολική και διυποικειμενική θέσμιση του ασυνειδήτου. Κλινικά παραδείγματα όπως και αυτό που παραθέσαμε καθώς και η λεπτή εννοιολογική πλαισίωση που τα περιβάλλει και τα αναδεικνύει δεν θα έπρεπε άραγε να έχουν ενταχθεί στα προγράμματα ψυχιατρικής κατάρτισης; Αυτό θα αποτελούσε έναν ελάχιστο φόρο τιμής στο πολυσχιδές έργο του σε μια εποχή όπου η ψυχιατρική αποκόπτεται από τις κλασσικές ρίζες της και στην παιδεία που παρέχεται στις νέες γενιές ψυχιάτρων πρυτανεύει ο επιστημολογικός και κλινικός συρρικνωτισμός, η αποανθρωποποίηση συμπτωμάτων και παθολογιών και η τάση φυσικοποίησης τους. Ο Μ. Μακρίδης άνθρωπος με πολύπλευρη παιδεία και αδογμάτιστη δεκτικότητα, είχε οξεία συνείδηση των «απάνθρωπων» συνεπειών που εγκυμονεί ο απροβλημάτιστος τεχνοκρατικός πραγματισμός και ο δογματικός συρρικνωτισμός γι’ αυτό λειτούργησε ως ευαίσθητος περάτης αλληλοσυμπληρούμενων προσεγγίσεων σε γειτνιάζοντες γνωστικούς κλάδους συναφείς με τα αινίγματα και τα παράδοξα της ανθρώπινης υποκειμενικότητας. Βαθύς γνώσης της ιατρικής και της ψυχιατρικής ήταν σε θέση να γνωρίζει ότι ο άνθρωπος δεν είναι μια προβολή του εγκεφάλου του. Θα κλείσω λοιπόν δίνοντας τον λόγο στην ποιητική ορθοέπεια της επιστημονικής κρίσης του: «Όλη η ρομαντική άσκηση στη φρίκη είναι τω όντι το ενδεχόμενο μιας καρατομημένης κεφαλής που κάποιος απάνθρωπος επιστήμονας την τροφοδοτεί έτσι ώστε, καίτοι στερημένη από το σώμα της, να εξακολουθεί να διανοείται και να μιλάει. Κανείς όμως εγκέφαλος δεν μιλάει όπως μιλούν οι άνθρωποι αν τον χωρίσουμε από το σώμα του» [37]. Ο Μ. Μαρκίδης μας δίδαξε σε μια μοναδική γλώσσα, ποιητική και επιστημονικά ενημερωμένη, ότι οι αλήθειες ενός ανθρώπου δεν βρίσκονται μέσα στον εγκέφαλό του αλλά μέσα στην ιστορία του. Ότι δεν βλέπονται αλλά ακούονται όταν τείνει κανείς ευήκοον και καλλιεργημένο ους. Πρόκειται για ένα πολύτιμο μάθημα εξαιρετικά επίκαιρο σε καιρούς κωφότητας απέναντι στις δραματικές αγωνίες τους σύγχρονου ανθρώπου, που παραμένουν αόρατες στις πολύτιμες μεν αλλά κουφές οθόνες των σύγχρονων συσκευών απεικόνισης.

Ο Δημήτρις Βεργέτης είναι ψυχαναλυτής, διευθυντής του περιοδικού αληthεια. Το άρθρο περιλαμβάνεται στο τρέχον τεύχος της τριμηνιαίας επιθεώρησης «Σύναψις», που είναι αφιερωμένο στο Μάριο Μαρκίδη.
__________________________________________

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[1] Μ. Μαρκίδης, «Ηθική και αγάπη (Για μιαν υποστύλωση της ψυχιατρικής δεοντολογίας)», Λογοδοσία, Αθήνα, Εξάντας, 1999, σ.66
[2] «Το στυλ είναι ο άνθρωπος», J. Lacan, «Ouverture de ce recueil», Ecrits, Paris, Seuil, 1966, σ 9-10.
[3] Μ. Μαρκίδης, «Ανάμεσα στο νοείν και στο νόημα», Σπουδές στη σημασία, Πλέθρον, Αθήνα, σ.129.
[4] Μ. Heidegger, «Lettre sur l’ humanisme», Questions III και IV , Tel Gallimard, σ.116.
[5] Η ειρωνεία στον Μ. Μαρκίδη δεν αποτελεί αιχμή ψυχολογικής αντίδρασης, αλλά ένα γλωσσικό εγχείρημα ποιητικής αφύπνισης που αντιστρατεύεται κοινοτοπίες και προκαταλήψεις προς τις οποίες ρέπει το νωθρά σκεπτόμενο υποκείμενο.
[6] Παραπέμπω στη μετουσιωμένη καταγραφή της στο εξαίρετο κειμενικό τρίπτυχο «Θλίψη, πένθος, κατάθλιψη», «Μελαγχολία και γραφή», «Τι είναι αυτοκτονία;», ενταγμένο στις Σπουδές στη Σημασία, ό.π..
[7] J. Lacan, Le séminaire, Livre XXIII, Le sinthome, Paris, Seuil, 2005
[8] Μ. Μαρκίδης, «Τι εστίν αλήθεια. Η συνάντηση της ψυχανάλυσης με ένα αρχαίο ερώτημα», Λογοδοσία, ό.π, σ. 47
[9] Μ. Μαρκίδης, «Το γράμμα του Ηράκλειτου», Σπουδές στη σημασία, Αθήνα, Πλέθρον, 1995, σ.33.
[10] Μ. Μαρκίδης, «Ηθική και αγάπη», ο.π. , σ .63
[11] Μ. Μαρκίδης, «Ηθική και αγάπη», ό.π., σ. 63-64.
[12] Μ. Μαρκίδης, Το μέσα και το έξω, Αθήνα, Έρασμος, σ.28.
[13] Μ. Μαρκίδης, «Θλίψη, πένθος, κατάθλιψη», Σπουδές στη Σημασία, ό.π., σ.76
[14] Μ.Μαρκίδης, «Η τραγωδία του νόμου», Λογοδοσία, ό.π., σ.55-56
[15] ό.π., σ 55-56
[16] Η ρητή διαφοροποίηση αυτών των όρων και η χαρτογράφηση της διαφοράς τους, από την φιλοσοφία ως την κλινική του υποκειμένου, αποτελούν μια στρατηγική κατάκτηση της σύγχρονης σκέψης, με επώνυμους πρωτεργάτες τον Χέγκελ και ειδικότερα τον Λακάν, ο οποίος μας κληροδότησε μνημειώδεις αναλύσεις επί του θέματος. Χρωστάμε την εισαγωγική παρουσίαση τους στον ελληνικό χώρο στον Μ. Μαρκίδη που σ΄εποχές βαθιάς άγνοιας διαπαιδαγωγούσε εξηγώντας ότι «η γλώσσα μετατρέπει την βιολογική «ανάγκη» σε «επιθυμία» κι ύστερα την περνάει από τα μονοπάτια του σημαίνοντος και την εκδηλώνει σαν ικεσία ή σαν «αίτημα» που έχει θέμα μα στερείται όντος [...] Αλλά η επιθυμία είναι πέραν του αιτήματος» (Μ. Μαρκίδη, Η ψυχανάλυση του διχασμένου υποκειμένου, Έρασμος, σ.56 και σ.63)
[17] Μ. Μαρκίδης, «Μέθοδος προσεγγίσεως και λειτουργίας του Θεού», Λογοδοσία, ό.π., σ.85
[18] Μ. Μαρκίδης, Η ψυχανάλυση του διχασμένου υποκειμένου, Έρασμος, Αθήνα, σ.51
[19] Μ. Μαρκίδη, «Ηθική και αγάπη», ό.π., σ.64
[20] Αυτό ισχύει και για τον ψυχωτικό –χωρίς να υπάρχει ανάγκη να υπεισέλθουμε στην θεώρηση της ύστατης αιτίας των ψυχώσεων. Και αυτός ζει μέσα σ’ ένα κόσμο εξανθρωπισμένων σημασιών, συχνά απάνθρωπων. Η σημειολογική αποκρυπτογράφηση του παραληρήματος υπενθυμίζει στην απαιτητική κλινική σκέψη ότι το παραλήρημα συνιστά μια ιδιό-τυπη σημασιοδότηση του κόσμου.
[21] Μ. Μαρκίδης, «Οιδίπους, Άμλετ, Φάουστ» , Λογοδοσία, ό.π., σ114.
[22] Μ. Μαρκίδης, Η ψυχανάλυση του διχασμένου υποκειμένου, ό.π., , σ.51
[23] Μ. Μαρκίδης, «Η αντίσταση στη σημασία, Ο εξανθρωπισμός της γλώσσας, Έρασμος , σ .88.
[24] J. Lacan, «Fonction et champ de la parole et du langage», Ecrits, ό.π., σ.256
[25] ό.π., σ.256
[26] Μ. Μαρκίδης, « Τι εστίν αλήθεια», Λογοδοσία, ό.π, σ45
[27] ό.π., σ.45
[28] Μ. Μαρκίδης, « Τρία άλφα συν ένα σίγμα», Λογοδοσία, ό.π., σ. 95
[29] ό.π. , σ.95
[30] Μ. Μαρκίδης, «Ανάμεσα στο νοείν και στο νόημα», Σπουδές στη σημασία, ό.π., σ.123
[31] Μ. Μαρκίδη, «Πάνω σ’ ένα αυτοβιογράφημα», Λογοδοσία, ό.π., σ.199.
[32] Ζ. Λακάν, Το σεμινάριο για το «Κλεμμένο γράμμα», μετάφραση Δ.Βεργέτης, Ειρήνη Μαρκίδη, Αθήνα, εκδ. Πατάκη
[32] Μ.Μαρκίδης, «Τρία άλφα συν ένα σίγμα», ό.π., σ.95
[33] Μ. Μαρκίδης, «Η λογική της ερμηνευτικής παρέμβασης στην ψυχανάλυση», Λογοδοσία, ό.π., σ. 37.
[34] ό.π., σ. 37.
[35] Μ.Μαρκίδης, «Πάνω σ’ ένα αυτοβιογράφημα», ό.π. , σ.199. Ήταν βασική θέση του Φρόυντ: σε αντίθεση με την παράσταση που απωθείται, το συγκινησιακό φορτίο δεν υπεισέρχεται στους μηχανισμούς απώθησης. Υφίσταται μετατόπιση, προσκολλώμενο σε υποκατάστατες παραστάσεις, αποσυνδεμένες από την καταγωγή του. Γι’ αυτό και κατά κανόνα η αλήθεια ενός συναισθήματος είναι αλλού.
[36] Μ. Μαρκίδης, «Σχετικά με το νοείν», Λογοδοσία, ό.π, σ.138-139

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου